Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

24_04_14

κύριε, κύριε …

  κύριε, κύριε …

 Detail of smiling girl art work in children's area - Herriman Library, Salt Lake County Library Services 

 "Detail of smiling girl art work in children's area - Herriman Library, Salt Lake County Library Services

by ellen forsyth is licensed under CC BY-SA 2.0.

Γεμάτοι οι δρόμοι και όλοι τους βιαστικοί
στριμωξίδι τ΄απάντημα, διαβάτες περαστικοί,
στο ανέκφραστο βλέμμα τα ανερώτητα γιατί,
αντίλαλος και σπονδή αντιμιλιάς η σιωπή.

Ανείπωτη η αγωνία και το άγχος βαραίνει
πολιορκημένα στήθη, με μία ανάσα βγαλμένη
από μαύρες σκέψεις και στο φόβο βουτηγμένη,
τη μοναξιά με περισπούδαστη θλίψη να βαθαίνει.

Με τρεμάμενα χέρια, σφιγμένα χείλη και κρύες καρδιές,
τα προσχήματα συντάσσουν στις γνώριμες μορφές,
με αγέλαστο χαιρετισμό και στενάχωρες αγκαλιές
στις τυχαίες συναντήσεις και τις άβολες στιγμές.

Μορφολόγημα και κείνος της ανάγκης στο μιλητό,
διέβλεπε γνωστούς και συντρόφους στον κάθε διπλανό,
διαφέντευε συνάξεις με φίλιωμα και θαυμασμό
και διαλαλούσε ομορφιές και χάρες χωρίς κομπασμό.

Άσκοπο γυροβόλημα σε κάθε στροφή και γωνιά
ξεστράτισμα το λιόγερμα κι απόκληρος στην αντηλιά.
Ξάφνιασμα το απροσδόκητο γέλιο από μικρά παιδιά
κι αγκάλιασμα του δρόμου  με μία λαίμαργη ματιά.

Ευελπιστία ο πειρασμός, περατάρη να σταματήσει
και για της ψυχής τα άγνωστα μεγαλεία να ρωτήσει.
-Κύριε,κύριε, ποιο δρόμο κάποιος να ακολουθήσει,
την ομορφιά του γέλιου των παιδιών να κοινωνήσει;

                            Γιώργος  Αλεξανδρής

Μέρες Παράδοσης 2024


 

24_04_06

ΠΕΤΡΟΒΟΛΙΣΜΟΙ ΣΤΟΝ ΛΗΘΑΙΟ

 ΠΕΤΡΟΒΟΛΙΣΜΟΙ ΣΤΟΝ ΛΗΘΑΙΟ



 

 

 

 

 

 

Βeauty: Άνοιξη στις όχθες του Ληθαίου...

 

Στης νύχτας τα κελαρυστά αναγνώσματα,
με μια μύχια και σαγηνευτική νωχέλεια,
λιτανεύει ο Ληθαίος των εποχών το ψίκι,
γητεύει την ομορφιά και τη γηθοσύνη,
σμιλεύει την αρχέγονη αλκή του χρόνου
και ψηλαφώντας  γλαφυρά  τις όχθες του,
αυτομολεί αυτάρεσκα στο φλοίσβο του
ν’ ακούει στις κλασικές και μουσκεμένες άριες,
να θεραπεύονται ειδύλλια κι εμπνεύσεις.
                         *
Πετριές τ’ ονειροπόλημα και πλαταγή η σιωπή,
αφρόσκεποι οι καημοί ‚ίσκιωμα στη στροφή.
                         *
Στης ανατολής τις γραφές και δεήσεις,
με μια γαλήνια και υπεροπτική ταπεινότητα,
δαψιλεύει της μέρας μακαρισμούς,
αμνηστεύει σιωπηρά το δικασμένο χθες,
πομπεύει της ζωής τις μαγγανείες
κι επηρμένος αγνώστων θεών προσκυνητάρης,
αυθαιρετεί στον ορισμό του κάλλους
και τυμβωρυχεί σε ιστορίες και μύθους,
αρχή και τέλος της πόλης ν’ αποτελεί.
                         *
Πετριές στα άβαθα οι ευχές, το ανάθεμα το βουβό,
όπως κι η λιοβολή,  φως πετριά μες στα νερά του.
                         *
Στα γεφυροπεράσματα, ήθος κανονισμένο,
αδέξιες φωνές, αυθάδεια και ασφαλής βιασύνη,
ώμοι γερτοί προβλέψιμοι, είδωλα στραγγισμένα,
γενιές τ’ αγάλματα και αδειανές υδρίες,
ρήσεις κενές και ασυμπλήρωτη ιστορία,
εξέδρα που λιγοστεύει της κοίτης την απλωσιά,
που μικραίνει τ’ ανάστημα του κόσμου
και βλέπει στο κοντινό, το ξάγναντο ,τη ζωή
να μετριέται λειψή, αιχμάλωτη και σημαδεμένη.
                            *
Πετριές τα άδεια βλέμματα, το βήμα το ταχύ
ψυχή μες στην απόγνωση και  η μνήμη στην οργή.

                              Γιώργος   Αλεξανδρής

24_04_01

ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΤΑΜΙΑ

 

ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΤΑΜΙΑ
 
 River Bank

 "River Bank" by Dan Cook Archived (dan-scape.co.uk) is licensed under CC BY-SA 2.0.

Άγουρη κι ατίθαση η νιόφερτη άνοιξη,
γλιστρούσε τη βιασύνη της στην ακροποταμιά,
έριχνε τα μαλλιά της ξέπλεκα στ’ ανυπόταχτα νερά
και το φεγγάρι νιο κι αδέσποτο να σκύβει και να βουτά,
μαντίλι κόκκινο στη νύχτα να βάφει και να κεντά.

Θράσευαν γύρω οι καημοί σε χολωμένα νιάτα,
μάτωναν στήθια οι στεναγμοί και κουρασμένα μάτια,
κρυφά να συναλλάσσεται η αρετή με την αμαρτία
και να ζυγιάζεται αδέκαστη η ζωή,
μια στην επιστροφή και μια στην προσδοκία.

Έσφιξαν τα χέρια τους και ψηλάφισαν τη γη,
κύκλωσαν ένα κομμάτι ανοιχτό ουρανό
και με το σουραύλι της σιωπής και το φλασκί του πόθου,
ξημέρωναν τη ζωή ανατολή ‚πλημμύρα και σημάδι,
σαν τ’ όνειρο που ξέφευγε απ’ το βαθύ σκοτάδι.

Αφήναν στην άκρη τις καρδιές κι οι λογισμοί στην κοίτη.
Γύμνωναν τα λόγια τους και με το φως τα ντύναν,
να ’ναι οι μύθοι πιο ζεστοί και οι θεοί πιο ξένοι
στη σύναξη των αισθήσεων ταπεινά να ομολογήσουν
πως είναι αλήθεια ο έρωτας και λευτεριά ο χρόνος.

                              Γιώργος Αλεξανδρής

24_03_22

ΠΟΙΗΣΗ

 

Poet & Moezart KWS LosAngeles Graffiti Art

ΠΟΙΗΣΗ

Του  έλεγε να καταφύγει  στην ποίηση,
γιατί μπορούσε ως μύστης να την υπηρετήσει,
στην τέχνη της να υψωθεί,
να λυτρωθεί στη δημιουργία
και να μεταλάβει της ζωής την ομορφιά,
στίχο το στίχο, στροφή τη στροφή
κι απ’ τη θεία τούτη μετάληψη
τόσοι πιστοί προσκυνητές και λειτουργοί να πιούνε.

Αρνήθηκε τη σιωπή, φοβήθηκε και τον ύμνο,
γιατί η ποίηση δεν είναι του λόγου σμίλεμα
ούτε έμπνευση του απείθαρχου μυαλού.
Απέχει από την τέχνη και τη σπουδή
και δε συνθέτει πανδαισία
ούτε  έκφραση είναι και επικοινωνία.

Είναι οργή και σπαραγμός,
άλγος και ορρωδία,
κατάβαση είναι στα σκοτεινά του θανάτου,
και μοίρασμα και σκόρπισμα της ψυχής.
Είναι κραυγή απ’ την άβυσσο,
ανάστασης πισωγύρισμα,
γεννησημιού το φύτρο,
φως αστραπής που φλογίζει των αδύτων
και φαίνονται στο μεγαλείο τους,
τ’ ανθρώπινα τα πάθη.

Του έλεγε να αρμενίζει της ζωής,
με θάλασσα το στοχασμό και άνεμο το λόγο.
Οι λέξεις κόκκινα πανιά,
οι στίχοι του κατάρτια,
μακριά από αβάσταχτα λιμάνια
και ανυπόφορες στεριές.

Ανεπιτήδευτα της νύχτας αδελφοποιτοί,
το βίωσαν και οι δυο,
με ταυτισμένη σκέψη.
Δεν είναι η ποίηση διαφυγή
και γλίστρημα στο χρόνο,
ούτε καταφυγή κι  αρμένισμα ονείρου.

Οδύνη  είναι  στο αδιέξοδο,
παράδοση  στη μοναξιά  τ’ απείρου,
πρόκριμα κι αγλάισμα της προσδοκίας,
αρχέγονη της ουτοπίας ρήτρα,
υψιπετές της ψυχής λευτέρωμα
και της συνείδησης εναγκαλισμός.
Γι αυτό και δεν διαβάζεται,
παρά ομολογείται.

  Γιώργος  Αλεξανδρής


24_03_11

Κιλελέρ

 

Κιλελέρ*

Agriculture diarama

Παράπονο το χάραμα,προσκύνημα η χάση.
Η μοίρα τους τούς έταξε βαριόμοιρη λαχτάρα,
το τίμημα της φτώχειας τους να τo ‘χουνε κατάρα,
ξένη τη γη τους να ποτίζουνε με αίμα και ιδρώτα.

Χορταίνουνε στο λιόκαμα,γητεύονται στον ίσκιο
κολλήγες που δουλεύουνε στο στοιχειωμένο χώμα,
φυτρώνοντας τον πόνο τους παρηγοριά ν’ ανθίσει,
βλαστολογώντας όνειρα ελπίδα να καρπίσει,
ζωή, πικρή κι αβάσταχτη μην τύχει τους μισήσει
κι αυτή τη γη ζητιάνεμα μονάχα τους γνωρίσει.

Παράπονο το χάραμα,εκδίκηση η χάση.
Φιδόκλεφτες στιγμές πικρές,στιγμές ζωντανεμένες
που βρίσκει η πείνα χόρτασμα, η δίψα τη δροσιά της
και χάνεται ο πόνος τους στην πίκρα του καημού τους,
μ’ αντρειωμένο φίλημα της σκέψης στην ψυχή τους.

Τραγούδι γλυκοσέρνεται, φωνές αναθαρρεύουν,
θεριεύονται στο πνίξιμο ανάσες διψασμένες.
– Ο κάμπος μας τσιφλίκια τους και θάνατος δικός μας.
Ψωμί τους είναι η πείνα μας, η δίψα μας χαρά τους.
Ιτιές παραπονιάρικες πως είμαστε ποιος τό ‘πε;
Δικός μας είν’ ο κάμπος μας, δική μας κι η σοδειά μας.
Δικός μας ο ιδρώτας μας κι αυτή η δούλεψή μας.
Ημέρες που περάσαμε ποτέ να μην ξανάρθουν.
Κιλελέρ, Κιλελέρ, ξημέρωμα Λαμπρής φαντώσου!
Ψηλά στον ήλιο Κιλελέρ, τ’ αλέτρι το δρεπάνι.
Δική μας τούτη η γη ‚του τσιφλικά δεν είναι!

                         Γιώργος  Αλεξανδρής

* Μια και το αγροτικό ζήτημα βρίσκεται στην επικαιρότητα, με ευκαιρία την 114η επέτειο της εξέγερσης των αγροτών  στο Κιλελέρ παρουσιάζεται το  ποίημα που γράφτηκε τον Μάρτιο του 1975.

24_03_03

ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΗΜΟΣ

 

ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΗΜΟΣ

του Γιώργου Αλεξανδρή 

heart's desire 

 "heart's desire" by douceurs d'etre is licensed under CC BY 2.0.

Βγήκε πάλι στο  σοκάκι,
πέρα στο ήσυχο στρατί
κι ανηφόρησε βραδάκι,
μέχρι την πάνω τη στροφή.

Πάνε νύχτες που παλεύει
υποψίες να ξορκίσει
και με θάρρητα πιστεύει
πίσω φόβους να αφήσει.

Έστεκε το νιο φεγγάρι
πάνω στο παλιό γεφύρι
και παιχνίδιζε με χάρη
στο κλειστό της παραθύρι.

Μόνος στη σκιά στην άκρη,
μ’ έναν κόμπο να τον πνίγει,
δεν κατάφερε ένα δάκρυ
η ψυχή του ν’ αποφύγει.

Τι τραγούδι να σφυρίξει
και ποιο μήνυμα να στείλει,
πού το στέναγμα ν’ αγγίξει
με σβηστό και το καντήλι;

Πού να πάει, πού να σταθεί
και ποια ξόβεργα να στήσει,
μάτια αστέρια για να δει,
τον καημό του για να σβήσει;

Πήρε πέτρα για να ρίξει
βάζοντας καλό σημάδι,
όμως ποιος και τι ν’ ανοίξει
στη σιωπή και στο σκοτάδι;

Άκουσε βήμα βιαστικό
να έρχεται από κάτω,
 γέλιο γλυκό και σιγανό,
τρυφερότητα γεμάτο.

Γλύκανε ο πόνος της ψυχής
καθώς του κράτησε το χέρι.
Το βλέμμα της κάλεσμα ζωής
και της αγάπης αγιοκέρι.

                      29-2-2024

24_02_26

ΠΡΟΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΓΝΩΣΗ

 ΠΡΟΝΟΗΣΗ ΚΑΙ  ΓΝΩΣΗ

 Teaching and Learning Centres: Structures, Priorities, and Funding

 "Teaching and Learning Centres: Structures, Priorities, and Funding" by giulia.forsythe is marked with CC0 1.0.

Δυο βήματα όλη η γη
και μια πνοή η ζήση.
Χαρά σ’ αυτόν που θα τα δει
πριν της ζωής τη δύση
σαν θέλξη και προοπτική  
και τα τελεσφορήσει.
                *
Το πρώτο βήμα του στερνό
του χρόνου αν πατήσει,
το παραθύρι ανοιχτό
της γνώσης θα κρατήσει
κι αγέρι μνήμης νοσταλγό,
δεν θα το πεθυμήσει.
               *
Στους πόθους του μικρές χαρές
και πίκρες θα μονιάσει.
Θα υψωθεί, καθώς σ’ αυτές
ελπίδες θα σωριάσει
και θα ‘ναι όλες ακριβές
στα όνειρα που ξοδιάσει.
              *
Πορεία που ‘ναι κυκλική
το τέλος της το βλέπεις.
Καθώς κοιτάζεις την αρχή,
στο τέλος της θα στέκεις
και θα ‘ναι λάθος σου βαρύ
το ‘να να παραβλέπεις.
               *
Στέναγμα γλυκό η ζωή
και  άκουσμα η φύση.
Χαρά σ’ αυτόν που θα σταθεί
ορθός και ξεκινήσει,
με  σκέψη άκρα καθαρή
το μέλλον ν’ αντικρίσει.
                *>
Το ψέλλισμα υπακοή
κι αφορισμός, λογάδι.
Προνόηση η λογική,
η προσμονή σημάδι
κι η γνώση στην επιλογή
πολύπλευρο  στιβάδι.
                 *
Στο άγνωστο η προσφυγή,
παραδοχή κι οδύνη.
Απρόσκοπτη καταφυγή
ο λογισμός να μείνει,
αναφορά στοχαστική
κι ανάγνωσμα να γίνει.
                 *
Συνδύασε τους δυο θεσμούς,
το ψέμα ,την αλήθεια.
Κράτα ανάμεσα σ’ αυτούς
την φτώχεια και τα πλήθια,
άκου και όλους τους σοφούς
με τους χρησμούς βοήθεια.    


Γιώργος  Αλεξανδρής   

Μήνυμα ενάντια στη λογοκλοπή

Μήνυμα ενάντια στη λογοκλοπή