Πάρε το στρατί, το παραπάνω στενοσόκακο
που βγάζει στις γειτονιές των άστρων
και βιάσου να προλάβεις στο ξημέρωμα
βαμμένη της νύχτας την άμωμη σιωπή
κι αληθινά τα όνειρα που τόλμησες
στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού,
στα μυστικά κι ανείπωτα των ανθρώπων.
Κι εγώ αυτοεξόριστος στη γειτονιά των άστεγων,
που λυτρωτές λυράρηδες σμιλεύουν σε σκοπούς
την εύνοια των θεών και των καιρών το κάλεσμα,
θα φοβάμαι φως αυγινό να σε προφτάσω,
για ν’ αντέξω την ευλογία και τ’ ανάθεμα της ζωής
που σαν προσφορά ψυχής κι επώδυνη φυγή αφήνεις,
μη μετανιώσουμε και σε γυρισμό κρυφτούμε.
Στόμα άλικο κλειστό, κραυγή και λέξεων πανδαισία,
μάτια του κόσμου σύνορα, γαλάζια απεραντοσύνη
και η αιωνιότητα μες στα σφιγμένα χέρια.
Γυμνή κι ολόκληρη παραδώσαμε την ψυχή μας,
σ’ απόκρυφους βωμούς με τελετές και θυσίες
απόλυτης πληρότητας κι αιρετικής αυτογνωσίας,
μη μας μικρύνει ο χρόνος τη χαρά κι η γη τα όριά μας.
Από τον αγαπητό φίλο και καταπληκτικό δημιουργό Γιώργο Αλεξανδρή, ώστε η καλοκαιρινή ραστώνη να έχει διάρκεια και ομορφιά.