Ζηλόφθονο κι εκδικητικό το αντρικό το γένος,
την έσμπρωξε μες στην αχλή της φήμης και του μύθου ,
ευάλωτη κι ανήμπορη να παγιδευτεί
στο κενό της αυταρέσκειας και της ματαιοδοξίας.
Υστερόβουλα, την προστάτεψε στ’ ανάκτορο κυρά,
που μάθαινε την αρετή στην υπακοή,
στη σιωπή το σέβας και το πρέπον
και γυναίκα την υπερασπίστηκε,
στα στήθια της, τ’ αυθαίρετα όνειρά του να χαϊδέψει
και στο κορμί της να λειάνει
τις μύχιες πεθυμιές της κτημοσύνης.
Μα εκείνη αρχέγονη μήτρα αξιών ,
αυτόχθονη και πρέσβειρα των καιρών ,
στάθηκε έξω από το δεσποτισμό,
αμφισβήτησε τη βία της τάξης και του μοιραίου
και αυτομόλησε στη θελκτική τυραννία του αυτοσεβασμού,
λυτρώνοντας το πνεύμα της σε αλήθεια και ελευθερία.
Μαντήλι κόκκινο ανέμισε η Ελένη την ψυχή της,
σαν αίρεση και σαν φυγή, σαν προτροπή και βιάση,
δίχως προσχήματα, χωρίς συνωμοσίες,
λεύτερη, αυτόνομη, δική της και δική τους,
λεμονανθοί οι θάλασσες κι υμέναιοι οι ανέμοι ,
ένα λιμάνι όλη η γη, μια πόλη η οικουμένη
και οι καιροσκόποι πίσω της ,
σκληρές γενιές των κάστρων,
σφυρηλατούσαν προδοσίες και αφορμές,
και αποφάσιζαν την παρακμή του κόσμου.
Το πέμπτο από τα "έξι ασταθή βήματα μέχρι τη βεβαιότητα" του Γιώργου Αλεξανδρή.