Η ιστορία σε λίγους ανθρώπους έχει δώσει το χαρακτηρισμό «μέγας». Ένας από αυτούς είναι και ο τόσο γνωστός και πολύ αγαπητός όσο λίγοι άγιοι της Εκκλησίας μας, ο Μέγας Βασίλειος. Γεννήθηκε το 330 μ.Χ. και εκοιμήθη σε ηλικία 49 ετών το 379. Ο «Φωστήρ», όπως αποκαλείται, της Καισαρείας έλαμψε τον 4ο αιώνα και εξακολουθεί να λάμπει και σήμερα, μέσα από την τεράστια κληρονομιά και παρακαταθήκη που μας άφησε το συγγραφικό του έργο. Ο Μ. Βασίλειος σπούδασε στην Αθήνα την αρχαία ελληνική φιλοσοφία.
Στην «εξαήμερό» του, δηλαδή στην ερμηνεία που κάνει στην δημιουργία του κόσμου σε έξι ημέρες, κατόρθωσε να συγκεντρώσει όλες τις επιστημονικές γνώσεις της εποχής του για τον κόσμο και την δημιουργία του. Έγραψε πολλές επιστολές και ομιλίες για θρησκευτικά ζητήματα και αρκετά συγγράμματα ασκητικά, δογματικά και παιδαγωγικά. Σημαντικότατη είναι μια ομιλία του προς τους νέους, στην οποία τους συμβουλεύει να μελετούν τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς για να ωφελούνται από τη μελέτη τους. Ο ίδιος έγραψε και τη «Λειτουργία του Μ. Βασιλείου», που τελείται στην Εκκλησία δέκα φορές το χρόνο: στις εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων(σε περίπτωση που τύχουν Κυριακή ή Δευτέρα, αλλιώς τη παραμονή των εορτών αυτών), την 1η Ιανουαρίου, τις πέντε Κυριακές της Μ. Σαρακοστής, τη Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο. Δεν ήταν όμως ένας θεωρητικός θεολόγος και επιστήμονας, αλλά ήταν και μεγάλος ανθρωπιστής και μεταρρυθμιστής. Ενδιαφερόταν για τους δούλους, τους πτωχούς, για την ελάφρυνση της φορολογίας του λαού, για τις αδικίες που υφίσταντο διάφοροι άνθρωποι.
Είναι ο θεμελιωτής των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Η «Βασιλειάδα», ένα συγκρότημα από κατοικίες για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, κτίρια εργαστηρίων και τεχνιτών, ξενώνες για φιλοξενούμενους και φτωχούς, νοσοκομείο, λεπροκομείο και νοσηλευτήριο λοιμωδών νοσημάτων, γηροκομείο, ορφανοτροφείο αλλά και τεχνικές σχολές για νέους, είναι το δημιούργημα της γλυκύτατης καρδιάς του και της αγάπης του για τον άνθρωπο. Το σπουδαιότερο είναι ότι ο Μ. Βασίλειος έκανε όλο αυτό το έργο της φιλανθρωπίας, δείχνοντας το προσωπικό του παράδειγμα, αφού, ενώ ήταν εύπορος, έδωσε όλη την περιουσία του σε όσους είχαν ανάγκη. Μάλιστα όταν πέθανε είχε ως μόνα περιουσιακά στοιχεία ένα τρίχινο ράσο και λίγα βιβλία.
Η κοινωνική προσφορά του σε συνδυασμό με την αγάπη του, την εξυπνάδα του και τις θαυματουργικές του επεμβάσεις φαίνεται και στο περιστατικό σύμφωνα με το οποίο υπάρχει η παράδοση της Βασιλόπιττας. Όταν ο άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία, ο Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν την προστασία του προστάτη τους. Ζήτησε τότε εκείνος να φέρει ο καθένας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο είχε. Μάζεψαν πολλά δώρα, και βγήκαν μαζί με τον Δεσπότη τους οι κάτοικοι να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μ. Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραΰνθηκε, χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι, κι ο άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα τιμαλφή. Η επιστροφή βέβαια δεν ήταν εύκολη, διότι είχαν προσφερθεί πολλά όμοια αντικείμενα, δαχτυλίδια, νομίσματα κ.λπ. Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα ξεχωριστό τρόπο: Διέταξε να κατασκευαστούν το βράδυ μικρές πίτες, και μέσα σε κάθε μια από αυτές έβαλε και από ένα πολύτιμο αντικείμενο. Την επόμενη μέρα έδωσε και από μια πίτα σε κάθε ένα από τους κατοίκους της Καισαρείας και τότε έγινε το θαύμα! Μέσα στην πίτα του βρήκε
ο καθένας ό,τι είχε προσφέρει! Από τότε, λέει η παράδοση, κάθε χρόνο, στη γιορτή του αγίου Βασιλείου, κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα.
Αλλά ποιος είναι αυτός ο κοκκινοφορεμένος, καλοζωισμένος, ασπρομάλλης γέροντας ο Santa Claus, o Father Christmas, o Kris Cringle, που κατάγεται από τη Φιλανδία, που μπορεί να ταξιδεύει με τους ταράνδους ή με πλοίο, να είναι παχουλός ή ασκητικός και λιπόσαρκος. Ακόμα, μπορεί να είναι άντρας ή και γυναίκα! Το σίγουρο είναι ότι τα μικρά και μεγάλα παιδιά όλου του πλανήτη περιμένουν αυτές τις μέρες των γιορτών τα δώρα τους από τον άγιο που αντιπροσωπεύει γι αυτούς τη γενναιοδωρία, την καλοσύνη και την αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους.
Σύμφωνα με τη δυτική παράδοση, ο μύθος του γνωστού σε όλους μας Santa Claus προέρχεται, από τον άγιο Νικόλαο, άγιο και της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο οποίος υπήρξε επίσκοπος στην περιοχή Μύρα της Λυκίας. Ο άγιος Νικόλαος ήταν ιδιαίτερα γνωστός και δημοφιλής για το φιλανθρωπικό του έργο. Ο ίδιος προερχόταν από μια πολύ πλούσια οικογένεια και η γενναιοδωρία του τον οδήγησε να μοιραστεί όλη του την περιουσία με τους συνανθρώπους του που είχαν λιγότερη τύχη στη ζωή. Ο άγιος Νικόλαος πέθανε το 340 μΧ και θάφτηκε στη Μύρα. Εκατοντάδες χρόνια αργότερα, τον 11ο αιώνα, ευλαβείς στρατιώτες από την Ιταλία μετέφεραν τα λείψανα του Αγίου στη χώρα τους, όπου έχτισαν και έναν Ιερό Ναό προς τιμή του, στη Βόρεια Ιταλία, σ' ένα λιμανάκι με το όνομα Μπάρι. Με την πάροδο των χρόνων, προσκυνητές απ' όλο τον κόσμο ταξίδευαν στο εκκλησάκι, μεταφέροντας έτσι το θρύλο του Αγίου πίσω στις πατρίδες τους. Καθώς τα χρόνια περνούσαν, η ιστορία του αγίου Νικολάου εξαπλωνόταν, παίρνοντας άλλες διαστάσεις από χώρα σε χώρα. 'Eτσι, κατά το 12ο αιώνα, η 6η Δεκεμβρίου, οπότε γιορτάζει το όνομα του αγίου Νικολάου, καθιερώθηκε στην Ευρώπη ως ημέρα φιλανθρωπιών. Επίσης, στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ολλανδία γιόρταζαν την 6η Δεκεμβρίου σαν θρησκευτική εορτή και έδιναν δώρα στα παιδιά τους αλλά και τους φτωχούς.
Από ότι φαίνεται λοιπόν, ο Santa Claus, o Father Christmas, o Kris Cringle, είναι γέννημα των Δυτικών χωρών. Δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Δεν είναι ο Άγιος Βασίλειος ούτε ο Άγιος Νικόλαος, είναι η προσωποποίηση της καλοπέρασης, του συναισθηματισμού, της ηθικολογίας. Είναι ένα παιδικό πρωτοχρονιάτικο όνειρο. Όμως, όπως όλα τα όνειρα, είναι κάτι το ψεύτικο και το απατηλό.
Γι’ αυτό, ας υποδεχτούμε τον άγιο με τα μαύρα γένια και το σκούρο φτωχό ράσο, που έρχεται από την Καισαρεία της Καππαδοκίας να ευλογήσει τα σπιτικά μας και να πάρει το δικό του κομμάτι από τη βασιλόπιτα.